Χρόνης Μπότσογλου. Απέναντι του βουνού
Αναρτήθηκε από Βιβλιοπωλείο ΜΙΕΤ - Αμερικής 13 στις 8:02 π.μ.
Τίτλος:
Χρόνης Μπότσογλου. Απέναντι του βουνού
Κείμενα: Χρήστος Λάζος, Μάρθα Χριστοφόγλου
Σχεδιασμός Καταλόγου: Διονύσης Καψάλης
Έκδοση: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2016
Σελίδες: 151
ISBN: 978-960-250-671-4
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 20,00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Μεγάρου Εϋνάρδου (14 Οκτωβρίου έως 3 Δεκεμβρίου 2016). Τα έργα που παρουσιάζονται (λάδια, ακουαρέλες και τέμπερες) αποτυπώνουν το τοπίο που ο καλλιτέχνης βλέπει από το παράθυρο του σπιτιού του στο Πετρί της Λέσβου. Τα έργα αυτά είναι αποτέλεσμα πολύχρονης δουλειάς που έγινε βήμα βήμα από το 2008 ως το 2015 και αποκαλύπτουν έναν άλλο Χρόνη Μπότσογλου, όχι τον ζωγράφο της ανθρώπινης μορφής, αλλά τον τοπιογράφο. Όπως σημειώνει η Μάρθα Χριστοφόγλου, στην περίπτωση του Μπότσογλου αυτή η στροφή ενός κατεξοχήν ανθρωποκεντρικού ζωγράφου προς την τοπιογραφία άργησε να πραγματοποιηθεί.
Ο ίδιος ο δημιουργός, στο βιβλίο του Το χρώμα της σπουδής (Αθήνα, 2005) ομολογεί: «Λέω, άμα γεράσω, όταν θα ’χω ξοφλήσει τα χρωστούμενα, χωρίς άλλη έγνοια θα κάτσω εδώ με ένα πολύ μεγάλο τελάρο για να ζωγραφίσω το βουνό. Λέω στα γεροντάματά μου θα ’χω τα μάτια για να μπορώ να δω τον κάμπο και το βουνό και τη θάλασσα. Θα ’χω κερδίσει τη σεμνότητα και την υπομονή για να δω τα δέντρα και τα σπαρτά να μεγαλώνουν». Ο Χρήστος Γ. Λάζος γράφει μεταξύ άλλων: «Για τον Χρόνη Μπότσογλου η ζωγραφική δεν είναι νατουραλιστική αναπαράσταση, είναι αναζήτηση και επινόηση της πραγματικότητας. Δεν ζωγραφίζει ό,τι ξέρει, ζωγραφίζει για να μάθει, για να κατανοήσει και για να εκφράσει τη δική του εμπειρία. […] Ο Χρόνης Μπότσογλου ζωγραφίζοντας το πραγματικό τοπίο δημιουργεί τον κόσμο μέσα στον οποίο κατοικεί και συγχρόνως σμιλεύει τον εαυτό του, φτιάχνει την ‘πραγματικότητα εικόνα’, δηλαδή την εικόνα που ενώνεται με την πραγματικότητα χωρίς να ταυτίζεται με αυτή. […] Το πορτρέτο του βουνού είναι η εικόνα που συλλαμβάνει και αποδίδει την ενότητα της μορφής του, τη φυσιογνωμία και το χαρακτήρα του, ό,τι το κάνει μοναδικό και ανεπανάληπτο. Και μαζί με αυτά είναι η σταθερή παρουσία του, η διάρκεια και η αλλαγή στο φως και το σκοτάδι κάθε ημέρας, κάθε εποχής. Είναι ο χρόνος που περνάει και το αλλάζει αργά και ανεπαίσθητα, ενώ το ίδιο κρατάει την ταυτότητα και το ύφος του. Είναι το μέγεθος, η δύναμη και οι ρίζες του. Είναι η αδιάκοπη συνέχεια της ατέρμονος ζωής του που το κάνει τόπο κατοικίας για ανθρώπους, ζώα και φυτά. Αν, λοιπόν, ζωγραφίζοντας το πορτρέτο του βουνού συγχρόνως σμίλευε το δικό του ύφος –αυτό που θα φανέρωνε την ιδιοτυπία του προσώπου του- και δημιουργούσε έναν κόσμο με το περιεχόμενο και το νόημα που θα του έδινε ο ίδιος, τότε το πορτρέτο του βουνού θα ήταν κομμάτι του κόσμου του και θα λειτουργούσε πράγματι ως προσωπογραφία του».
Ο ΧΡΟΝΗΣ ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1941. Μαθήτευσε στο φροντιστήριο του Σαραφιανού και σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (1960-1965), στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη, με υποτροφία του ΙΚΥ. Φοίτησε επίσης στο εργαστήριο της ΑΣΚΤ για την τέχνη του βιβλίου, κοντά στον Κώστα Γραμματόπουλο και τον Γιάννη Παπαδάκη. Μετά το στρατιωτικό του (1966-1968) πήγε στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του στην École des beaux-arts (1970-1972) με κρατική υποτροφία. Σε αυτό το διάστημα η ζωγραφική του έγινε πιο ρεαλιστική και συνδέθηκε με την πολιτική του στράτευση. Σε ανάλογο πνεύμα, συμμετείχε (μαζί με τους Γιάννη Βαλαβανίδη, Κλεοπάτρα Δίγκα, Κυριάκο Κατζουράκη και Γιάννη Ψυχοπαίδη) στην ίδρυση και τις εκθέσεις της ομάδας Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές (1971-1973), η οποία παρουσίασε (στην Ελλάδα) έργα με κριτικό περιεχόμενο κατά την περίοδο της δικτατορίας. Η συμμετοχή του σε συλλογικές δραστηριότητες είχε ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, όταν ήταν μέλος της Ομάδας Τέχνης Α και συνεργαζόταν με την Επιθεώρηση Τέχνης. Συνεργάστηκε επίσης με το Ελεύθερο Θέατρο (1973), το Κέντρο Εικαστικών Τεχνών (1974-1976) και, αργότερα, έγινε μέλος της Ομάδας για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση στην Τέχνη, καθώς και του Κέντρου Χαρακτικής. Εκτός από τη ζωγραφική και τη γλυπτική, ασχολήθηκε με τη χαρακτική, την εικονογράφηση βιβλίων, καθώς και με εικόνες γεννημένες και επεξεργασμένες στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, τις οποίες τύπωσε υπό τον τίτλο «99 εικόνες». Το 1989 εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου διατέλεσε πρύτανης (2001-2005) και δίδαξε ως το 2008. Έχει παρουσιάσει το έργο του σε περισσότερες από σαράντα ατομικές και εκατό ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει τακτικά δημοσιεύσει κείμενά του για την Τέχνη σε περιοδικά, εφημερίδες, καθώς και σε συλλογικές εκδόσεις, πολλά από τα οποία συγκεντρώθηκαν στα βιβλία: Ημερολόγια-Ταξίδια (Γαβριηλίδης, 1994), Ψευτοδοκίμια: Κείμενα για την τέχνη (Καστανιώτης, 2000) και Το χρώμα της σπουδής (Πατάκης, 2005). Έχει επίσης εκδώσει την ποιητική συλλογή Σπουδή στο μαύρο (Περί Τεχνών, 1998), η οποία κυκλοφόρησε αντί καταλόγου στην ατομική του έκθεση Σπουδή στη μοναξιά στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη.
Κείμενα: Χρήστος Λάζος, Μάρθα Χριστοφόγλου
Σχεδιασμός Καταλόγου: Διονύσης Καψάλης
Έκδοση: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2016
Σελίδες: 151
ISBN: 978-960-250-671-4
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 20,00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Μεγάρου Εϋνάρδου (14 Οκτωβρίου έως 3 Δεκεμβρίου 2016). Τα έργα που παρουσιάζονται (λάδια, ακουαρέλες και τέμπερες) αποτυπώνουν το τοπίο που ο καλλιτέχνης βλέπει από το παράθυρο του σπιτιού του στο Πετρί της Λέσβου. Τα έργα αυτά είναι αποτέλεσμα πολύχρονης δουλειάς που έγινε βήμα βήμα από το 2008 ως το 2015 και αποκαλύπτουν έναν άλλο Χρόνη Μπότσογλου, όχι τον ζωγράφο της ανθρώπινης μορφής, αλλά τον τοπιογράφο. Όπως σημειώνει η Μάρθα Χριστοφόγλου, στην περίπτωση του Μπότσογλου αυτή η στροφή ενός κατεξοχήν ανθρωποκεντρικού ζωγράφου προς την τοπιογραφία άργησε να πραγματοποιηθεί.
Ο ίδιος ο δημιουργός, στο βιβλίο του Το χρώμα της σπουδής (Αθήνα, 2005) ομολογεί: «Λέω, άμα γεράσω, όταν θα ’χω ξοφλήσει τα χρωστούμενα, χωρίς άλλη έγνοια θα κάτσω εδώ με ένα πολύ μεγάλο τελάρο για να ζωγραφίσω το βουνό. Λέω στα γεροντάματά μου θα ’χω τα μάτια για να μπορώ να δω τον κάμπο και το βουνό και τη θάλασσα. Θα ’χω κερδίσει τη σεμνότητα και την υπομονή για να δω τα δέντρα και τα σπαρτά να μεγαλώνουν». Ο Χρήστος Γ. Λάζος γράφει μεταξύ άλλων: «Για τον Χρόνη Μπότσογλου η ζωγραφική δεν είναι νατουραλιστική αναπαράσταση, είναι αναζήτηση και επινόηση της πραγματικότητας. Δεν ζωγραφίζει ό,τι ξέρει, ζωγραφίζει για να μάθει, για να κατανοήσει και για να εκφράσει τη δική του εμπειρία. […] Ο Χρόνης Μπότσογλου ζωγραφίζοντας το πραγματικό τοπίο δημιουργεί τον κόσμο μέσα στον οποίο κατοικεί και συγχρόνως σμιλεύει τον εαυτό του, φτιάχνει την ‘πραγματικότητα εικόνα’, δηλαδή την εικόνα που ενώνεται με την πραγματικότητα χωρίς να ταυτίζεται με αυτή. […] Το πορτρέτο του βουνού είναι η εικόνα που συλλαμβάνει και αποδίδει την ενότητα της μορφής του, τη φυσιογνωμία και το χαρακτήρα του, ό,τι το κάνει μοναδικό και ανεπανάληπτο. Και μαζί με αυτά είναι η σταθερή παρουσία του, η διάρκεια και η αλλαγή στο φως και το σκοτάδι κάθε ημέρας, κάθε εποχής. Είναι ο χρόνος που περνάει και το αλλάζει αργά και ανεπαίσθητα, ενώ το ίδιο κρατάει την ταυτότητα και το ύφος του. Είναι το μέγεθος, η δύναμη και οι ρίζες του. Είναι η αδιάκοπη συνέχεια της ατέρμονος ζωής του που το κάνει τόπο κατοικίας για ανθρώπους, ζώα και φυτά. Αν, λοιπόν, ζωγραφίζοντας το πορτρέτο του βουνού συγχρόνως σμίλευε το δικό του ύφος –αυτό που θα φανέρωνε την ιδιοτυπία του προσώπου του- και δημιουργούσε έναν κόσμο με το περιεχόμενο και το νόημα που θα του έδινε ο ίδιος, τότε το πορτρέτο του βουνού θα ήταν κομμάτι του κόσμου του και θα λειτουργούσε πράγματι ως προσωπογραφία του».
Ο ΧΡΟΝΗΣ ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1941. Μαθήτευσε στο φροντιστήριο του Σαραφιανού και σπούδασε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας (1960-1965), στο εργαστήριο του Γιάννη Μόραλη, με υποτροφία του ΙΚΥ. Φοίτησε επίσης στο εργαστήριο της ΑΣΚΤ για την τέχνη του βιβλίου, κοντά στον Κώστα Γραμματόπουλο και τον Γιάννη Παπαδάκη. Μετά το στρατιωτικό του (1966-1968) πήγε στο Παρίσι για να συνεχίσει τις σπουδές του στην École des beaux-arts (1970-1972) με κρατική υποτροφία. Σε αυτό το διάστημα η ζωγραφική του έγινε πιο ρεαλιστική και συνδέθηκε με την πολιτική του στράτευση. Σε ανάλογο πνεύμα, συμμετείχε (μαζί με τους Γιάννη Βαλαβανίδη, Κλεοπάτρα Δίγκα, Κυριάκο Κατζουράκη και Γιάννη Ψυχοπαίδη) στην ίδρυση και τις εκθέσεις της ομάδας Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές (1971-1973), η οποία παρουσίασε (στην Ελλάδα) έργα με κριτικό περιεχόμενο κατά την περίοδο της δικτατορίας. Η συμμετοχή του σε συλλογικές δραστηριότητες είχε ξεκινήσει πριν από τη δικτατορία, όταν ήταν μέλος της Ομάδας Τέχνης Α και συνεργαζόταν με την Επιθεώρηση Τέχνης. Συνεργάστηκε επίσης με το Ελεύθερο Θέατρο (1973), το Κέντρο Εικαστικών Τεχνών (1974-1976) και, αργότερα, έγινε μέλος της Ομάδας για την Επικοινωνία και την Εκπαίδευση στην Τέχνη, καθώς και του Κέντρου Χαρακτικής. Εκτός από τη ζωγραφική και τη γλυπτική, ασχολήθηκε με τη χαρακτική, την εικονογράφηση βιβλίων, καθώς και με εικόνες γεννημένες και επεξεργασμένες στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, τις οποίες τύπωσε υπό τον τίτλο «99 εικόνες». Το 1989 εκλέχτηκε καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου διατέλεσε πρύτανης (2001-2005) και δίδαξε ως το 2008. Έχει παρουσιάσει το έργο του σε περισσότερες από σαράντα ατομικές και εκατό ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει τακτικά δημοσιεύσει κείμενά του για την Τέχνη σε περιοδικά, εφημερίδες, καθώς και σε συλλογικές εκδόσεις, πολλά από τα οποία συγκεντρώθηκαν στα βιβλία: Ημερολόγια-Ταξίδια (Γαβριηλίδης, 1994), Ψευτοδοκίμια: Κείμενα για την τέχνη (Καστανιώτης, 2000) και Το χρώμα της σπουδής (Πατάκης, 2005). Έχει επίσης εκδώσει την ποιητική συλλογή Σπουδή στο μαύρο (Περί Τεχνών, 1998), η οποία κυκλοφόρησε αντί καταλόγου στην ατομική του έκθεση Σπουδή στη μοναξιά στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη.
Ετικέτες ΑΣΚΤ, ΕΚΘΕΣΗ, ΜΟΡΦΩΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΗΣ, ΜΠΟΤΣΟΓΛΟΥ, ΤΕΧΝΗ, ΧΡΙΣΤΟΦΟΓΛΟΥ
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα