Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Η Αμερική σε 78 στροφές. Οδοιπορικό 1978
Αναρτήθηκε από Βιβλιοπωλείο ΜΙΕΤ - Αμερικής 13 στις 7:45 π.μ.
Άρις Γεωργίου
Κείμενα: Άρις Γεωργίου, Γιώργος Χουλιάρας
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2019, σ.221
Τιμή: 16,67€
Τιμή ΜΙΕΤ: 15,00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της έκθεσης «Άρις Γεωργίου. Αμερική-Ρωσία: Ισοπαλία» που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (7 Φεβρουαρίου έως 7 Απριλίου 2019), στο πλαίσιο της δωρεάς του αρχείου του Άρι Γεωργίου στο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ.
Η "Αμερική του 1978" υπήρξε ίσως η πλέον θεμελιακή ενότητα του φωτογραφικού έργου του Άρι Γεωργίου. Προϊόν του πρώτου μεγάλου ταξιδιού σε αυτή τη χώρα, αποτέλεσε το υλικό της πρώτης του ατομικής έκθεσης με τίτλο "Φωτογραφίες απ' την Αμερική". Η στιγμή για να γίνει αντικείμενο μονογραφίας ήρθε το 2018, 40 ολόκληρα χρόνια μετά από εκείνο το πρώτο ταξίδι στη μυθική χώρα της εφηβείας του, όταν αποφασίστηκε από το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης να αποτελέσει μια "δίδυμη" εκδοτική χειρονομία ταυτόχρονα με την παράλληλη έκδοση για τη Ρωσία του 1998.
Ο ίδιος ο φωτογράφος γράφει στο εισαγωγικό κείμενο του βιβλίου “Aμέρικα, Αμέρικα, σαράντα χρόνια αργότερα”:
«Διασχίζω την Αμερική από τη Δύση στην Ανατολή σε ένα δίμηνο ταξίδι εν είδει προσκυνηματικού οδοιπορικού σε έναν τόπο που με στοιχειώνει από τα γεννοφάσκια μου, μέσω του μύθου που έχει οικοδομήσει με την ακτινοβολία του, αλλά και μέσω της αποδόμησης που έχει υποστεί από την αναψηλάφηση του μύθου...
»...Κόσμος μυθικός, μυθολογία αμύθητη, Αμέρικα, Αμέρικα. Όσο δεν τον έχεις δει με τα ίδια σου τα μάτια δεν είναι δυνατόν να πάρεις θέση απέναντί του. Δυο μήνες, εξήντα μέρες και νύχτες. Πόλεις, χωριά και «γκραντ» λαγκάδια, δρόμοι προς πάσα κατεύθυνση, άνθρωποι, μηχανήματα και μουσική. Μίλια αμέτρητα μπροστά μου. Ιδού το εγχείρημα...
»...Όχι, αλήθεια τώρα, αρχιτέκτων δεν το πιστεύω ακόμη πως έχω γίνει, παρ’ όλες τις ευτράπελες συμπεριφορές με αφορμή το αρχιτεκτόνημα του Ράιτ. Τρόμος εξάλλου με καταλαμβάνει στην ιδέα πως “τέρμα οι σπουδές, από δω και πέρα σε περιμένει ο βιοπορισμός με τα τόσο λίγα που οι σπουδές σού έμαθαν, σε έναν κόσμο που τόσο πολλά περιμένει από σένα και όπου βεβαίως δεν θα είσαι ποτέ Φρανκ Λόυντ Ράιτ”.
»...Μάλλον όμως, αντίθετα, πιστεύω πως είμαι ήδη φωτογράφος. Διέξοδος της ευθυνοφοβίας απέναντι στην αναμέτρηση με το επάγγελμα του επίδοξου αρχιτέκτονα η φωτογραφία. Την ασκώ ήδη αρκετά χρόνια, αρχικά για να ανταποκριθώ στις ανάγκες των σπουδών αρχιτεκτονικής, αλλά σύντομα όλο και σοβαρότερα, σε σημείο που προοδευτικά να πείθομαι για την υπεύθυνη και συνεπή στάση μου απέναντί της. Η φωτογραφική μου παιδεία είναι ―και πρόκειται να παραμείνει― ελλιπής· δεν είναι πάντως ακριβώς ρηχή. Και το ταξίδι μου στην Αμερική ήταν από την αρχή σχεδιασμένο έτσι ώστε να την υποβάλει στον φακό μου και στα τριάντα δύο φιλμ που είχα τυλίξει ως εφόδιο εφόρμησης. Πολύτιμη αποσκευή επίσης οι εικόνες μνημεία της Αμερικής, που τις γνώριζα από την άναρχη φωτογραφική μου μόρφωση: του Ανρί Καρτιέ-Μπρεσσόν, του Ουώκερ Έβανς, του Έλλιοτ Έργουιτ, του Μπρους Ντέιβιντσον, του Μπερκ Άζελ, της Ντιάν Άρμπους, του Λη Φρηντλάντερ και, πάνω απ’ όλες, του Ρόμπερτ Φρανκ. Αντί να αναστείλουν τη βέβηλη παρόρμησή μου να δοκιμαστώ στο πεδίο μάχης που εκείνοι όργωσαν πρώτοι, λειτούργησαν πιο πολύ ως θρυαλλίδες μιας διεγερμένης εγρήγορσης, υπαγορεύοντας κανόνες ενός συντακτικού και ευαισθησίες μιας γραμματικής.
»...Από την πρώτη κιόλας μέρα της προσγείωσης στο Λος Άντζελες, και την αποτύπωση των χεριών του Τζην Κέλλυ στο τσιμέντο του Chinese Theatre στο Χόλλυγουντ, μέχρι την τελευταία, δυο μήνες αργότερα στη Νέα Υόρκη —όπου το «Φάντασμα της Ελευθερίας» στοχεύει ευθύβολα το Μανχάτταν και τους Δίδυμους Πύργους—, συγκρατώ εικόνες που σκαλώνουν στην αμερικανική μυθολογία μου, αλλά και άλλες, που συνυφαίνουν τον σχολιασμό και την αφήγησή μου. Όλες μαζί συγκροτούν την πρώτη μου έκθεση πίσω στην Ελλάδα, με τίτλο «Φωτογραφίες απ’ την Αμερική». Έκτοτε αποθηκεύονται στη μνήμη και στο αρχείο.
»...Μέχρι την ανασκαφή τους, σαράντα χρόνια αργότερα. Για να μου υπενθυμίσουν τις επιτόπιες συγκινήσεις, να με ξαναεμβαπτίσουν στο κλίμα, να με ξανατυλίξουν με το αίσθημα της παρθενικής μου αμερικανικής εμπειρίας, σημαδιακής για το σύνολο της φωτογραφικής μου πορείας· να με παρασύρουν να δώσω ζωή σε άλλες φωτογραφίες, που δεν τις είχα εκτιμήσει ως σημαίνουσες ανάμεσα στα αρνητικά μου, και οι οποίες μου επέτρεψαν να «ολοκληρώσω» το έργο τέσσερις δεκαετίες αργότερα· να μου υποδείξουν με το πλήθος τους να δανειστώ ως τίτλο του παρόντος πονήματος το Η Αμερική σε 78 στροφές, τον οποίο, πολύ πιο εύστροφα, εφηύρε για το δικό του καταιγιστικό κείμενο ο Γιώργος Χουλιάρας· να με κάνουν ωσαύτως να «ανακαλύψω» τη μέχρι στιγμής μη δημοσιοποιημένη αυτοσαρκαστική μου αυτο-απεικόνιση ως «επιδόξου οσίου αρχιτέκτονος» στο ιερό αρχιτεκτόνημα του Ράιτ στο Μάντισον· και, σαράντα χρόνια αργότερα, να συνειδητοποιήσω για τα καλά πως ως τέτοιος, αρχιτέκτων δηλαδή, είμαι πλέον συνταξιούχος.
Ως φωτογράφος παραμένω μάχιμος».
Ετικέτες ΑΜΕΡΙΚΗ, ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΜΙΕΤ, ΜΙΕΤ, ΧΟΥΛΙΑΡΑΣ
Μετά το παραπέτασμα Ρωσία '98
Άρις Γεωργίου
Κείμενα: Ρόμπιν Μπέικερ, Άρις Γεωργίου
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Θεσσαλονίκη 2019, σ.197
ISBN: 978-960-250-736-0
Τιμή: 16,67
Τιμή ΜΙΕΤ: 15,00
Άρις Γεωργίου
Κείμενα: Ρόμπιν Μπέικερ, Άρις Γεωργίου
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Θεσσαλονίκη 2019, σ.197
ISBN: 978-960-250-736-0
Τιμή: 16,67
Τιμή ΜΙΕΤ: 15,00
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της έκθεσης «Άρις Γεωργίου. Αμερική-Ρωσία: Ισοπαλία» που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στο Πολιτιστικό Κέντρο Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (7 Φεβρουαρίου έως 7 Απριλίου 2019), στο πλαίσιο της δωρεάς του αρχείου του Άρι Γεωργίου στο ΕΛΙΑ/ΜΙΕΤ.
Ο φωτογράφος γράφει για το ταξίδι του στη Ρωσία:
«... Το 1998, στα σαράντα επτά μου ήδη, δεν είμαι πια νεοφώτιστος στη φωτογραφία. Αρκούντως δοκιμασμένος, χαλαρά πλέον, επιτρέπω στον εαυτό μου να υποδέχεται μάλλον τη φωτογραφία αντί να την επιζητεί, να τη στοιχειοθετεί, να την οικοδομεί. Την ασκώ πλέον σχεδόν αντανακλαστικά. Έχοντας εγκαταλείψει την αποστολή να την υπηρετώ, την έχω μάλλον καθυποτάξει στη δική μου υπηρεσία. Δική της αποστολή εφεξής είναι να απογράφει περιστάσεις και καταστάσεις στις οποίες εγώ, ως υποκείμενο, εκτίθεμαι.
»... Οι “περιστάσεις” λοιπόν οδήγησαν τα βήματά μου στη Ρωσία την άνοιξη του 1998, όπως και αλλού άλλες φορές· όχι, πάντως, στην αχανή χώρα ένθεν κακείθεν των Ουραλίων, στον τόπο που ίσως περισσότερο από κάθε άλλον θα άξιζε να εξερευνηθεί κατά μήκος και κατά πλάτος, εις βάθος χρόνου και ιστορίας, και η οποία υπήρξε ήδη (αλλά θα είναι και στο μέλλον) αντικείμενο πολλών φωτογράφων ή ερευνητών πάσης φύσεως. Τα δικά μου βήματα πέρασαν από μόλις δύο εμβληματικούς τόπους της πρώην Σοβιετίας, της “Αγίας Ρωσίας”, τους πλέον αναμενόμενους: Μόσχα και Αγία Πετρούπολη. Και μάλιστα ούτε καν εξαντλητικά. Επιδερμική σχεδόν θα χαρακτήριζα την επίσκεψή μου επιεικώς.
»... Ωστόσο, μετά το ταξίδι τότε, αλλά και τώρα, είκοσι χρόνια αργότερα, ξανακοιτώντας τις φωτογραφίες που τότε είχα την ψευδαίσθηση ότι προσγειώνονταν αυτεπαγγέλτως στα ασπρόμαυρα και έγχρωμα φιλμ μου, συνειδητοποιώ πως αποτελούν τεκμήρια μιας ανάγνωσης οξυδερκούς, ή έστω εν διεγέρσει· και αντιλαμβάνομαι πως ορισμένες λήψεις τείνουν να με ξεναγήσουν σε μια χώρα της οποίας κάποιαν εικόνα είχα ήδη στο μυαλό μου, ενώ άλλες να μου υποδείξουν πτυχές που ούτε καν μπορούσα να τις έχω διανοηθεί. Η στάση μου απέναντι στη Ρωσία το 1998, ευλόγως, δεν ήταν ανεξάρτητη από την αλλαγή που είχε επέλθει μόλις μια επταετία νωρίτερα· κυρίως ήταν, και είναι, στενά εξαρτημένη από τη βιωματική ―για τη δική μου γενιά τουλάχιστον― αντίληψη της Ρωσίας ως Σοβιετίας και από την τότε πέραν κάθε αμφισβήτησης κοινή αντίληψη του κόσμου μας ως κόσμου Δύσης-Ανατολής, με κυρίαρχα σύμβολα το τείχος στο Βερολίνο ή το “Σιδηρούν Παραπέτασμα”, ως νοητά και κυριολεκτικά σύνορα.
»... “Εκτέθηκα” λοιπόν στον κόσμο της Ρωσίας και τον άφησα να εντυπώνεται στη μηχανή μου, άλλοτε ασπρόμαυρα και άλλοτε έγχρωμα, μερικές φορές μάλιστα με τις μιας χρήσης μαϊμού πανοραμικές μηχανές της Kodak, καθώς διέτρεχα τους μετρημένους αλλά χαρακτηριστικούς αυτούς τόπους...
»… Κάπου εκεί, στα πέριξ των αναμενόμενων προσκυνημάτων, κινήθηκε και η φωτογραφία μου, χωρίς ωστόσο αναγκαστικά να τα σνομπάρει. Ένας παλμός σλαβικού χαρακτήρα, ας πούμε “κυριλλικής γραφής”, έδειχνε να με συγκινεί, ή έστω να με απωθεί ικανά ώστε να τον συγκρατώ με τις εικόνες. Και αν στην Αμερική το 1978, σαράντα χρόνια πριν, νεοφώτιστος φωτογράφος τότε και μόλις “Future Holy Architect”, κατέγραφα δυναμικά επιδιώκοντας “μεγάλες” φωτογραφίες, άλλο τόσο τώρα, στη Ρωσία το 1998, ώριμος πια στη φωτογραφία, σχεδόν μπλαζέ και υπομειδιών, “Already Holy Architect”, γινόμουν, νωχελικά ίσως, δέκτης ενός καταιγισμού εικόνων από μια χώρα που, σε αντίθεση με την Αμερική του παιδικού φαντασιακού μου, ποτέ δεν είχα ονειρευτεί να την κατακτήσω».
«... Το 1998, στα σαράντα επτά μου ήδη, δεν είμαι πια νεοφώτιστος στη φωτογραφία. Αρκούντως δοκιμασμένος, χαλαρά πλέον, επιτρέπω στον εαυτό μου να υποδέχεται μάλλον τη φωτογραφία αντί να την επιζητεί, να τη στοιχειοθετεί, να την οικοδομεί. Την ασκώ πλέον σχεδόν αντανακλαστικά. Έχοντας εγκαταλείψει την αποστολή να την υπηρετώ, την έχω μάλλον καθυποτάξει στη δική μου υπηρεσία. Δική της αποστολή εφεξής είναι να απογράφει περιστάσεις και καταστάσεις στις οποίες εγώ, ως υποκείμενο, εκτίθεμαι.
»... Οι “περιστάσεις” λοιπόν οδήγησαν τα βήματά μου στη Ρωσία την άνοιξη του 1998, όπως και αλλού άλλες φορές· όχι, πάντως, στην αχανή χώρα ένθεν κακείθεν των Ουραλίων, στον τόπο που ίσως περισσότερο από κάθε άλλον θα άξιζε να εξερευνηθεί κατά μήκος και κατά πλάτος, εις βάθος χρόνου και ιστορίας, και η οποία υπήρξε ήδη (αλλά θα είναι και στο μέλλον) αντικείμενο πολλών φωτογράφων ή ερευνητών πάσης φύσεως. Τα δικά μου βήματα πέρασαν από μόλις δύο εμβληματικούς τόπους της πρώην Σοβιετίας, της “Αγίας Ρωσίας”, τους πλέον αναμενόμενους: Μόσχα και Αγία Πετρούπολη. Και μάλιστα ούτε καν εξαντλητικά. Επιδερμική σχεδόν θα χαρακτήριζα την επίσκεψή μου επιεικώς.
»... Ωστόσο, μετά το ταξίδι τότε, αλλά και τώρα, είκοσι χρόνια αργότερα, ξανακοιτώντας τις φωτογραφίες που τότε είχα την ψευδαίσθηση ότι προσγειώνονταν αυτεπαγγέλτως στα ασπρόμαυρα και έγχρωμα φιλμ μου, συνειδητοποιώ πως αποτελούν τεκμήρια μιας ανάγνωσης οξυδερκούς, ή έστω εν διεγέρσει· και αντιλαμβάνομαι πως ορισμένες λήψεις τείνουν να με ξεναγήσουν σε μια χώρα της οποίας κάποιαν εικόνα είχα ήδη στο μυαλό μου, ενώ άλλες να μου υποδείξουν πτυχές που ούτε καν μπορούσα να τις έχω διανοηθεί. Η στάση μου απέναντι στη Ρωσία το 1998, ευλόγως, δεν ήταν ανεξάρτητη από την αλλαγή που είχε επέλθει μόλις μια επταετία νωρίτερα· κυρίως ήταν, και είναι, στενά εξαρτημένη από τη βιωματική ―για τη δική μου γενιά τουλάχιστον― αντίληψη της Ρωσίας ως Σοβιετίας και από την τότε πέραν κάθε αμφισβήτησης κοινή αντίληψη του κόσμου μας ως κόσμου Δύσης-Ανατολής, με κυρίαρχα σύμβολα το τείχος στο Βερολίνο ή το “Σιδηρούν Παραπέτασμα”, ως νοητά και κυριολεκτικά σύνορα.
»... “Εκτέθηκα” λοιπόν στον κόσμο της Ρωσίας και τον άφησα να εντυπώνεται στη μηχανή μου, άλλοτε ασπρόμαυρα και άλλοτε έγχρωμα, μερικές φορές μάλιστα με τις μιας χρήσης μαϊμού πανοραμικές μηχανές της Kodak, καθώς διέτρεχα τους μετρημένους αλλά χαρακτηριστικούς αυτούς τόπους...
»… Κάπου εκεί, στα πέριξ των αναμενόμενων προσκυνημάτων, κινήθηκε και η φωτογραφία μου, χωρίς ωστόσο αναγκαστικά να τα σνομπάρει. Ένας παλμός σλαβικού χαρακτήρα, ας πούμε “κυριλλικής γραφής”, έδειχνε να με συγκινεί, ή έστω να με απωθεί ικανά ώστε να τον συγκρατώ με τις εικόνες. Και αν στην Αμερική το 1978, σαράντα χρόνια πριν, νεοφώτιστος φωτογράφος τότε και μόλις “Future Holy Architect”, κατέγραφα δυναμικά επιδιώκοντας “μεγάλες” φωτογραφίες, άλλο τόσο τώρα, στη Ρωσία το 1998, ώριμος πια στη φωτογραφία, σχεδόν μπλαζέ και υπομειδιών, “Already Holy Architect”, γινόμουν, νωχελικά ίσως, δέκτης ενός καταιγισμού εικόνων από μια χώρα που, σε αντίθεση με την Αμερική του παιδικού φαντασιακού μου, ποτέ δεν είχα ονειρευτεί να την κατακτήσω».
Ετικέτες ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΜΙΕΤ, ΡΩΣΙΑ, ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ
Τίτλος: Θεσσαλονικέων Πόλις τεύχος 55
Κείμενα: Συλλογικό
Έκδοση: Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 2016
Σελίδες: 112
ISBN: 1108-5452
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 7,20€
Το περιοδικό ανοίγει με την ενότητα ΟΣΑ ΔΕ ΛΕΕΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ με 4 επιλεγμένες φωτογραφίες που σχολιάζουν ο λογοτέχνης Μανόλης Ξεξάκης, ο Ομ. καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας της Νομικής Σχολής Γιώργος Αναστασιάδης, ο αρχιτέκτονας Πρόδρομος Νικηφορίδης και η φωτογράφος Ελένη Βράκα.
Στα ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ φιλοξενείται η εμβληματική νομική προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης, ο Αριστόβουλος Μάνεσης, μέσα από ένα κείμενο του Γιώργου Αναστασιάδη για τη ζωή και το έργο του διαπρεπούς νομικού αλλά και μέσα από μια συνέντευξη του Αντώνη Μανιτάκη στον Κώστα Μπλιάτκα, όπου ο έγκριτος συνταγματολόγος μιλά για τον παλιό του δάσκαλο και αναλύει το ρόλο και τη λειτουργία του συντάγματος σε μια ευνομούμενη πολιτεία αλλά και σε συνθήκες κρίσης.
Ακολουθεί η ενότητα ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ που ανοίγει με την έβδομη στάση στο δρομολόγιο της προσωπικής διαδρομής-αναπόλησης του συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη με το «Λεωφορείο 10», αυτή τη φορά στο Θεαγένειο και στον Ευκλείδη. Η ενότητα συνεχίζει με την ΑΥΤΟ (κινητιστική) ΒΙΟ ΓΡΑΦΙΑ του Άρι Γεωργίου σε κείμενα του ιδίου, του Κώστα Μπλιάτκα και του Κώστα Κωτσάκη, ένα αφιέρωμα στην φωτογραφία του αυτοκινήτου και στα αυτοκίνητα για…φωτογραφία, που γράφτηκε με αφορμή την φωτογραφική έκθεση του Άρι Γωργίου και το ομώνυμο λεύκωμα που κυκλοφορεί.
Ακολουθεί μια αναδρομή στα ιστορικά και μεγαλοπρεπή Ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης κατά τον Μεσοπόλεμο (1919-1939) από τον Καθηγητή Αρχιτεκτονικής Βασίλη Κολώνα και ένα άρθρο του συγγραφέα Γιώργου Μουμουζιά για το 2ο Γυμνάσιο – Λύκειο Αρρένων στην Ικτίνου, μέσα από αφηγήσεις παλιών και «επώνυμων» μαθητών του.
Η ενότητα κλείνει με, ένα Αφιέρωμα στο Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και στο Μεταπτυχιακό «Μουσειολογίας – Διαχείρισης Πολιτισμού του ΑΠΘ» που το «ζωντανεύει», γραμμένο από την καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Μουσειολογίας Ματούλα Σκαλτσά και τον όμιλο των μεταπτυχιακών φοιτητών που συμμετέχουν σε αυτή την πρωτοβουλία, και με ένα κείμενο της Στελλίνας Τρωιάνου, γραμματέως του συλλόγου «Οι Φίλοι της Νέας Παραλίας», για το όραμα και τις δράσεις του δυναμικού συλλόγου.
Η ενότητα ΙΣΤΟΡΙΑ φιλοξενεί μια παρουσίαση του Ξυπόλυτου Τάγματος, με αναφορες στην ταινία αλλά και στην ιστορία που την γέννησε, από τον δημοσιογράφο Νίκο Ασλανίδη. Το άρθρο πλαισιώνεται με πληροφορίες για τον προσωπικότητα του Ιωάννη Παπάφη και για το Παπαφείο Ίδρυμα από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Αποφοίτων του, Αναστάσιο Ζώτο.
Στην ενότητα ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΣΤΡΟΦΕΣ ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης ξεφυλλίζει το Λεύκωμα του Δήμου Πυλαίας Χορτιάτη για την ιστορία των περιοχών Πανοράματος, Πυλαίας, Χορτιάτη, Ασβεστοχωρίου, Εξοχής και Φιλύρου ενώ στην στήλη ΝΕΑ ΕΚΦΡΑΣΗ η δημοσιογράφος Αλεξία Τζιώνα συνομιλεί με τον βραβευμένο νεαρό συνθέτη και σολίστα Ορέστη Παπαϊωάννου και οι νέοι κινηματογραφιστές Ναταλία Λαμπροπούλου και Σωτήρης Πετρίδης συζητούν με την Λίνα Μυλωνάκη για το σινεμά και τους νέους δημιουργούς σε περιόδους οικονομικής κρίσης.
Η ενότητα ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ φιλοξενεί ένα κείμενο της ιστορικού – θεωρητικού της τέχνης Δωροθέας Κοντελετζίδου με θέμα Καλλιτέχνες σε αβέβαιους καιρούς ενώ στην ενότητα ΜΟΥΣΕΙΑ η Διευθύντρια του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Αγαθονίκη Τσιλιπάκου με αφορμή την έκθεση «Μάχη με τον Χρόνο» που λειτουργεί στο Μουσείο παρουσιάζει τη Συντήρηση των αρχαιοτήτων στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού .
Στη στήλη ΜΟΥΣΙΚΗ Κώστας Καρδερίνης συναντά τον Βασίλη Μπακόπουλο, μέλος των θρυλικών FORMINX και μιλούν για τα φοβερά 60΄ς αλλά και για την μετέπειτα πορεία του γνωστού jazz μουσικού.
Στο περιοδικό υπάρχουν ακόμη οι σταθερές στήλες ΕΝΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΟΛΕΩΣ του ερευνητή φωτογραφίας Ηρακλή Παπαϊωάννου με ένα σχόλιο πάνω σε μια φωτογραφία της Δανάης Τεζαψίδου, ΒΙΒΛΙΑ, με ένα κείμενο του Δρ. Νάντιας Καρακώστα για το συλλογικό έργο Θεσσαλονίκη: Μια πόλη σε μετάβαση, 1912-2012 που κυκλοφόρησε ως Τόμος Πρακτικών του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου με τον ίδιο τίτλο που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 2012, αλλά και επιλογές και προτάσεις του Γιώργου Αναστασιάδη ανάμεσα στις πρόσφατες κυκλοφορίες των εκδοτικών οίκων.
Το τεύχος ολοκληρώνεται με τις στήλες ΓΡΑΜΜΑΤΑ, με μια μετάφραση του ποιήματος της Vesna Goldsworthy «o Άγγελος της Σαλονίκης» από τον λογοτέχνη Σάκη Σερέφα, ένα αφιέρωμα του Γιώργου Κοροδμενίδη στη συγγραφέα Αρχοντούλα Διαβάτη, και τη δημοσίευση του διηγήματος Ποιητές στη Σκάλα του Μοδιάνου… του συγγραφέα και δημοσιογράφου Ηλία Κουτσούκου.
(από την αναλυτική παρουσίαση του τεύχους)
Αναζητήστε παλαιότερα τεύχη του περιοδικού στο βιβλιοπωλείο μας
Κείμενα: Συλλογικό
Έκδοση: Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος, Θεσσαλονίκη 2016
Σελίδες: 112
ISBN: 1108-5452
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 7,20€
Το περιοδικό ανοίγει με την ενότητα ΟΣΑ ΔΕ ΛΕΕΙ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ με 4 επιλεγμένες φωτογραφίες που σχολιάζουν ο λογοτέχνης Μανόλης Ξεξάκης, ο Ομ. καθηγητής Πολιτικής Ιστορίας της Νομικής Σχολής Γιώργος Αναστασιάδης, ο αρχιτέκτονας Πρόδρομος Νικηφορίδης και η φωτογράφος Ελένη Βράκα.
Στα ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΑ ΠΟΡΤΡΕΤΑ φιλοξενείται η εμβληματική νομική προσωπικότητα της Θεσσαλονίκης, ο Αριστόβουλος Μάνεσης, μέσα από ένα κείμενο του Γιώργου Αναστασιάδη για τη ζωή και το έργο του διαπρεπούς νομικού αλλά και μέσα από μια συνέντευξη του Αντώνη Μανιτάκη στον Κώστα Μπλιάτκα, όπου ο έγκριτος συνταγματολόγος μιλά για τον παλιό του δάσκαλο και αναλύει το ρόλο και τη λειτουργία του συντάγματος σε μια ευνομούμενη πολιτεία αλλά και σε συνθήκες κρίσης.
Ακολουθεί η ενότητα ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ που ανοίγει με την έβδομη στάση στο δρομολόγιο της προσωπικής διαδρομής-αναπόλησης του συγγραφέα Γιώργου Σκαμπαρδώνη με το «Λεωφορείο 10», αυτή τη φορά στο Θεαγένειο και στον Ευκλείδη. Η ενότητα συνεχίζει με την ΑΥΤΟ (κινητιστική) ΒΙΟ ΓΡΑΦΙΑ του Άρι Γεωργίου σε κείμενα του ιδίου, του Κώστα Μπλιάτκα και του Κώστα Κωτσάκη, ένα αφιέρωμα στην φωτογραφία του αυτοκινήτου και στα αυτοκίνητα για…φωτογραφία, που γράφτηκε με αφορμή την φωτογραφική έκθεση του Άρι Γωργίου και το ομώνυμο λεύκωμα που κυκλοφορεί.
Ακολουθεί μια αναδρομή στα ιστορικά και μεγαλοπρεπή Ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης κατά τον Μεσοπόλεμο (1919-1939) από τον Καθηγητή Αρχιτεκτονικής Βασίλη Κολώνα και ένα άρθρο του συγγραφέα Γιώργου Μουμουζιά για το 2ο Γυμνάσιο – Λύκειο Αρρένων στην Ικτίνου, μέσα από αφηγήσεις παλιών και «επώνυμων» μαθητών του.
Η ενότητα κλείνει με, ένα Αφιέρωμα στο Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και στο Μεταπτυχιακό «Μουσειολογίας – Διαχείρισης Πολιτισμού του ΑΠΘ» που το «ζωντανεύει», γραμμένο από την καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Μουσειολογίας Ματούλα Σκαλτσά και τον όμιλο των μεταπτυχιακών φοιτητών που συμμετέχουν σε αυτή την πρωτοβουλία, και με ένα κείμενο της Στελλίνας Τρωιάνου, γραμματέως του συλλόγου «Οι Φίλοι της Νέας Παραλίας», για το όραμα και τις δράσεις του δυναμικού συλλόγου.
Η ενότητα ΙΣΤΟΡΙΑ φιλοξενεί μια παρουσίαση του Ξυπόλυτου Τάγματος, με αναφορες στην ταινία αλλά και στην ιστορία που την γέννησε, από τον δημοσιογράφο Νίκο Ασλανίδη. Το άρθρο πλαισιώνεται με πληροφορίες για τον προσωπικότητα του Ιωάννη Παπάφη και για το Παπαφείο Ίδρυμα από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Αποφοίτων του, Αναστάσιο Ζώτο.
Στην ενότητα ΚΛΕΙΣΤΕΣ ΣΤΡΟΦΕΣ ο συγγραφέας Γιώργος Σκαμπαρδώνης ξεφυλλίζει το Λεύκωμα του Δήμου Πυλαίας Χορτιάτη για την ιστορία των περιοχών Πανοράματος, Πυλαίας, Χορτιάτη, Ασβεστοχωρίου, Εξοχής και Φιλύρου ενώ στην στήλη ΝΕΑ ΕΚΦΡΑΣΗ η δημοσιογράφος Αλεξία Τζιώνα συνομιλεί με τον βραβευμένο νεαρό συνθέτη και σολίστα Ορέστη Παπαϊωάννου και οι νέοι κινηματογραφιστές Ναταλία Λαμπροπούλου και Σωτήρης Πετρίδης συζητούν με την Λίνα Μυλωνάκη για το σινεμά και τους νέους δημιουργούς σε περιόδους οικονομικής κρίσης.
Η ενότητα ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ φιλοξενεί ένα κείμενο της ιστορικού – θεωρητικού της τέχνης Δωροθέας Κοντελετζίδου με θέμα Καλλιτέχνες σε αβέβαιους καιρούς ενώ στην ενότητα ΜΟΥΣΕΙΑ η Διευθύντρια του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Αγαθονίκη Τσιλιπάκου με αφορμή την έκθεση «Μάχη με τον Χρόνο» που λειτουργεί στο Μουσείο παρουσιάζει τη Συντήρηση των αρχαιοτήτων στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού .
Στη στήλη ΜΟΥΣΙΚΗ Κώστας Καρδερίνης συναντά τον Βασίλη Μπακόπουλο, μέλος των θρυλικών FORMINX και μιλούν για τα φοβερά 60΄ς αλλά και για την μετέπειτα πορεία του γνωστού jazz μουσικού.
Στο περιοδικό υπάρχουν ακόμη οι σταθερές στήλες ΕΝΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΠΟΛΕΩΣ του ερευνητή φωτογραφίας Ηρακλή Παπαϊωάννου με ένα σχόλιο πάνω σε μια φωτογραφία της Δανάης Τεζαψίδου, ΒΙΒΛΙΑ, με ένα κείμενο του Δρ. Νάντιας Καρακώστα για το συλλογικό έργο Θεσσαλονίκη: Μια πόλη σε μετάβαση, 1912-2012 που κυκλοφόρησε ως Τόμος Πρακτικών του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου με τον ίδιο τίτλο που έλαβε χώρα στη Θεσσαλονίκη τον Οκτώβριο του 2012, αλλά και επιλογές και προτάσεις του Γιώργου Αναστασιάδη ανάμεσα στις πρόσφατες κυκλοφορίες των εκδοτικών οίκων.
Το τεύχος ολοκληρώνεται με τις στήλες ΓΡΑΜΜΑΤΑ, με μια μετάφραση του ποιήματος της Vesna Goldsworthy «o Άγγελος της Σαλονίκης» από τον λογοτέχνη Σάκη Σερέφα, ένα αφιέρωμα του Γιώργου Κοροδμενίδη στη συγγραφέα Αρχοντούλα Διαβάτη, και τη δημοσίευση του διηγήματος Ποιητές στη Σκάλα του Μοδιάνου… του συγγραφέα και δημοσιογράφου Ηλία Κουτσούκου.
(από την αναλυτική παρουσίαση του τεύχους)
Αναζητήστε παλαιότερα τεύχη του περιοδικού στο βιβλιοπωλείο μας
Ετικέτες ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, μανεσης, ΜΙΕΤ, ξενοδοχεια, ΠΕΕΒΕ

Κείμενα: Αρις Γεωργίου, Ηρακλής Παπαϊωάννου
Έκδοση: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Θεσσαλονική 2015
Σελίδες: 319
ISBN: 978-960-250-640-0
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 38,16€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (9 Δεκεμβρίου 2015 έως 7 Φεβρουαρίου 2016). Το αυτοκίνητο και η φωτογραφία αποτελούν συναρπαστικές τεχνολογίες που απογειώθηκαν στην πορεία του 20ού αιώνα, συμβολίζοντας την ακμή των μητροπόλεων, την καινοτομία της μηχανής, την ιδιότυπη πανταχού παρουσία, συμβάλλοντας στην κατάκτηση του χώρου και τη συρρίκνωση του χρόνου, στην παράξενη σύζευξη του ιδιωτικού με το δημόσιο.
Ετικέτες ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΙΕΤ, ΩΤΟ ΜΠΙΟ ΓΚΡΑΦΙ
ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ. Η ΠΑΠΑΜΑΡΚΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΡΙΞ
Αναρτήθηκε από Βιβλιοπωλείο ΜΙΕΤ - Αμερικής 13 στις 1:24 π.μ.Τίτλος: 'Αρις Γεωργίου. Η Παπαμάρκου και τα πέριξ
Συγγραφέας: Συλλογικό
Κείμενα: Αλεξάνδρα Καραδήμου-Γερολύμπου, Ηρακλής Παπαϊωάννου, 'Αρις Γεωργίου
Έκδοση: ΜΙΕΤ, Θεσσαλονίκη 2011
Σελίδες: 135 με 54 έγχρωμες και 70 α/μ εικόνες
ISBN: 978-960-250-453-6
Τιμή με έκτπωση: 27.00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (14 Απριλίου έως 29 Μαΐου 2011).
Η οδός Παπαμάρκου είναι ένας μικρός δρόμος στην καρδιά της περιοχής που παλαιότερα ήταν γνωστή με το όνομα Μπαζάρ και σήμερα ως Πλατεία Άθωνος στη Θεσσαλονίκη. Τα Μπαζάρ οικοδομήθηκαν από το 1923 και μετά. Στην αρχή προορίζονταν να ανήκουν στον Δήμο Θεσσαλονίκης, που θα αντλούσε προσόδους από την εκμετάλλευσή τους, αλλά η έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία άλλαξε τους σχεδιασμούς. Στην οδό Παπαμάρκου χτυπά η καρδιά μιας κυψέλης μαγαζιών και εργαστηρίων που από τον Μεσοπόλεμο φιλοξενούνται σε μικρά, ισόγεια και διώροφα οικήματα χτισμένα μετά την πυρκαγιά του ’17, ακολουθώντας τη μακραίωνη χρήση της περιοχής ως ανοιχτής αγοράς. Δεκαετίες αδιάλειπτης χρήσης πέρασαν πριν, στα μέσα του’90, η κυψέλη αυτή αρχίσει να μεταλλάσσεται σε θορυβώδες νεφέλωμα κέντρων ψυχαγωγίας. Ο Άρις Γεωργίου όμως είχε προλάβει αθόρυβα να πάρει το δακτυλικό αποτύπωμα της περιοχής. Πολυσχιδής και πολυπράγμων δημιουργός με έργο στην αρχιτεκτονική, τη γραφιστική, τη ζωγραφική αλλά πρωτίστως στη φωτογραφία, στην ελληνική σκηνή της οποίας έχει αφήσει ισχυρή σφραγίδα τα τελευταία τριάντα χρόνια, ο Γεωργίου έκανε τον Φεβρουάριο του 1979 εικοσιεπτά ασπρόμαυρα πορτραίτα από τεχνίτες και εμπόρους των πέριξ της πλατείας δρόμων. Στα πορτραίτα αυτά προστέθηκαν μερικά ακόμη από την εγγύς γειτονιά. Τον Απρίλιο του 1990 ο Γεωργίου επέστρεψε για μια δεύτερη φωτογράφηση των ίδιων ανθρώπων, σε έγχρωμο πλέον φιλμ. Όπως σημειώνει ο Ηρακλής Παπαϊωάννου: «Η επιστροφή αυτή επαναπροσδιόρισε τη σημασία της σειράς για τον Γεωργίου: συγκρότησε τα πορτραίτα σε δίπτυχα ενώ συνέταξε έναν αυτοσχέδιο χάρτη, όπου σημείωσε επιμελώς τη θέση και τη χρήση κάθε μαγαζιού, το όνομα κάθε ιδιοκτήτη. Κατά τον ίδιο άλλωστε η εργασία στην Άθωνος υπήρξε σταθμός στη φωτογραφική του πορεία. Μέχρι τότε, με την επιρροή δημιουργών όπως οι Henri Cartier-Bresson και Ralph Gibson, χρησιμοποιούσε τη φωτογραφία ως ένα μέσο που ακόνιζε την ελεύθερη περιπλάνηση του βλέμματος στην περιπέτεια των μορφών και των νοημάτων του κόσμου. Στην Άθωνος όμως λειτούργησε για πρώτη φορά μέσα από ένα πλαίσιο με συντεταγμένες χωρικές και μορφολογικές ορίζουσες. Το 1996, έξι χρόνια μετά τη δεύτερη σειρά πορτραίτων, επιστρέφει για να εικονίσει τον χώρο με διάθεση σχεδόν τοπογραφική: αποσπώντας το βλέμμα από τις επίπεδες επιφάνειες περιγράφει πλέον την ατμόσφαιρα των δρόμων, τα στενά και τις διασταυρώσεις, ενόσω τα κατεβασμένα ρολά και το χειμωνιάτικο κλίμα αναδίδουν μιαν αίσθηση τέλους εποχής. Η τελευταία φωτογραφική επίσκεψη στην πλατεία είναι μια έγχρωμη περιήγηση το 2009-10, στην οποία ο Γεωργίου ανιχνεύει τα στοιχεία της σύγχρονης εξέλιξης. Το σύνολο του έργου ανακαλεί ένα κερματισμένο οδοιπορικό τριών δεκαετιών, ένα περίπλοκο σταυρόλεξο αφαιρέσεων, πορτραίτων, εσωτερικών χώρων, αστικών τοπίων, που φανερώνει κάτι από το μυστήριο της τέχνης: πώς δηλαδή η ίδια πρώτη ύλη επιτρέπει την αιώρηση από την εικαστική διαπραγμάτευση στην τεκμηρίωση και τη μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας. Παρά τον μεγάλο πλούτο χρήσεων και αναγνώσεων όμως η τριβή με τη μνήμη και η ζεστασιά που αυτή η τριβή δημιουργεί μοιάζει να αποτελεί ακόμη τον ισχυρότερο πόλο έλξης της φωτογραφίας. Η πρόσφατη περιήγηση εγγράφει ευκρινώς, πέρα από την πεζοδρόμηση της περιοχής, την αλλαγή χρήσης των μαγαζιών και επικυρώνει τη νέα, διεθνή συνθήκη της αγοράς στην οποία οι χειρώνακτες τεχνίτες πιέζονται ασφυκτικά από τη θηλιά της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής που απειλεί τα παραδοσιακά, παλιομοδίτικα εργαστήρια». Σύμφωνα με την Αλεξάνδρα Καραδήμου-Γερολύμπου: «Στις φωτογραφίες των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου, οι φιγούρες των ανθρώπων μετρούν τον χρόνο που περνάει και υπαινίσσονται τις δικές τους ιστορίες. Οι ασάλευτες μορφές των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου, που γερνούν μαζί με το άμεσο περιβάλλον τους, αλλά και αυτών που εξαφανίζονται πίσω από τα κλεισμένα μαγαζιά τους, καταθέτουν τη μαρτυρία τους για τις εποχές και τους χρόνους, θρέφουν την κρυμμένη μνήμη της πόλης και μεταγγίζουν στον 21ο αιώνα τη μακραίωνη αστική παράδοση των μικροεπαγγελμάτων, την αρχαία εικόνα της «κοιλιάς της πόλης», καθημερινής αρένας των βιοπαλαιστών και των λαϊκών στρωμάτων».
Συγγραφέας: Συλλογικό
Κείμενα: Αλεξάνδρα Καραδήμου-Γερολύμπου, Ηρακλής Παπαϊωάννου, 'Αρις Γεωργίου
Έκδοση: ΜΙΕΤ, Θεσσαλονίκη 2011
Σελίδες: 135 με 54 έγχρωμες και 70 α/μ εικόνες
ISBN: 978-960-250-453-6
Τιμή με έκτπωση: 27.00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Πολιτιστικού Κέντρου Θεσσαλονίκης του ΜΙΕΤ (14 Απριλίου έως 29 Μαΐου 2011).
Η οδός Παπαμάρκου είναι ένας μικρός δρόμος στην καρδιά της περιοχής που παλαιότερα ήταν γνωστή με το όνομα Μπαζάρ και σήμερα ως Πλατεία Άθωνος στη Θεσσαλονίκη. Τα Μπαζάρ οικοδομήθηκαν από το 1923 και μετά. Στην αρχή προορίζονταν να ανήκουν στον Δήμο Θεσσαλονίκης, που θα αντλούσε προσόδους από την εκμετάλλευσή τους, αλλά η έλευση των προσφύγων από τη Μικρά Ασία άλλαξε τους σχεδιασμούς. Στην οδό Παπαμάρκου χτυπά η καρδιά μιας κυψέλης μαγαζιών και εργαστηρίων που από τον Μεσοπόλεμο φιλοξενούνται σε μικρά, ισόγεια και διώροφα οικήματα χτισμένα μετά την πυρκαγιά του ’17, ακολουθώντας τη μακραίωνη χρήση της περιοχής ως ανοιχτής αγοράς. Δεκαετίες αδιάλειπτης χρήσης πέρασαν πριν, στα μέσα του’90, η κυψέλη αυτή αρχίσει να μεταλλάσσεται σε θορυβώδες νεφέλωμα κέντρων ψυχαγωγίας. Ο Άρις Γεωργίου όμως είχε προλάβει αθόρυβα να πάρει το δακτυλικό αποτύπωμα της περιοχής. Πολυσχιδής και πολυπράγμων δημιουργός με έργο στην αρχιτεκτονική, τη γραφιστική, τη ζωγραφική αλλά πρωτίστως στη φωτογραφία, στην ελληνική σκηνή της οποίας έχει αφήσει ισχυρή σφραγίδα τα τελευταία τριάντα χρόνια, ο Γεωργίου έκανε τον Φεβρουάριο του 1979 εικοσιεπτά ασπρόμαυρα πορτραίτα από τεχνίτες και εμπόρους των πέριξ της πλατείας δρόμων. Στα πορτραίτα αυτά προστέθηκαν μερικά ακόμη από την εγγύς γειτονιά. Τον Απρίλιο του 1990 ο Γεωργίου επέστρεψε για μια δεύτερη φωτογράφηση των ίδιων ανθρώπων, σε έγχρωμο πλέον φιλμ. Όπως σημειώνει ο Ηρακλής Παπαϊωάννου: «Η επιστροφή αυτή επαναπροσδιόρισε τη σημασία της σειράς για τον Γεωργίου: συγκρότησε τα πορτραίτα σε δίπτυχα ενώ συνέταξε έναν αυτοσχέδιο χάρτη, όπου σημείωσε επιμελώς τη θέση και τη χρήση κάθε μαγαζιού, το όνομα κάθε ιδιοκτήτη. Κατά τον ίδιο άλλωστε η εργασία στην Άθωνος υπήρξε σταθμός στη φωτογραφική του πορεία. Μέχρι τότε, με την επιρροή δημιουργών όπως οι Henri Cartier-Bresson και Ralph Gibson, χρησιμοποιούσε τη φωτογραφία ως ένα μέσο που ακόνιζε την ελεύθερη περιπλάνηση του βλέμματος στην περιπέτεια των μορφών και των νοημάτων του κόσμου. Στην Άθωνος όμως λειτούργησε για πρώτη φορά μέσα από ένα πλαίσιο με συντεταγμένες χωρικές και μορφολογικές ορίζουσες. Το 1996, έξι χρόνια μετά τη δεύτερη σειρά πορτραίτων, επιστρέφει για να εικονίσει τον χώρο με διάθεση σχεδόν τοπογραφική: αποσπώντας το βλέμμα από τις επίπεδες επιφάνειες περιγράφει πλέον την ατμόσφαιρα των δρόμων, τα στενά και τις διασταυρώσεις, ενόσω τα κατεβασμένα ρολά και το χειμωνιάτικο κλίμα αναδίδουν μιαν αίσθηση τέλους εποχής. Η τελευταία φωτογραφική επίσκεψη στην πλατεία είναι μια έγχρωμη περιήγηση το 2009-10, στην οποία ο Γεωργίου ανιχνεύει τα στοιχεία της σύγχρονης εξέλιξης. Το σύνολο του έργου ανακαλεί ένα κερματισμένο οδοιπορικό τριών δεκαετιών, ένα περίπλοκο σταυρόλεξο αφαιρέσεων, πορτραίτων, εσωτερικών χώρων, αστικών τοπίων, που φανερώνει κάτι από το μυστήριο της τέχνης: πώς δηλαδή η ίδια πρώτη ύλη επιτρέπει την αιώρηση από την εικαστική διαπραγμάτευση στην τεκμηρίωση και τη μελέτη της κοινωνικής πραγματικότητας. Παρά τον μεγάλο πλούτο χρήσεων και αναγνώσεων όμως η τριβή με τη μνήμη και η ζεστασιά που αυτή η τριβή δημιουργεί μοιάζει να αποτελεί ακόμη τον ισχυρότερο πόλο έλξης της φωτογραφίας. Η πρόσφατη περιήγηση εγγράφει ευκρινώς, πέρα από την πεζοδρόμηση της περιοχής, την αλλαγή χρήσης των μαγαζιών και επικυρώνει τη νέα, διεθνή συνθήκη της αγοράς στην οποία οι χειρώνακτες τεχνίτες πιέζονται ασφυκτικά από τη θηλιά της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής που απειλεί τα παραδοσιακά, παλιομοδίτικα εργαστήρια». Σύμφωνα με την Αλεξάνδρα Καραδήμου-Γερολύμπου: «Στις φωτογραφίες των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου, οι φιγούρες των ανθρώπων μετρούν τον χρόνο που περνάει και υπαινίσσονται τις δικές τους ιστορίες. Οι ασάλευτες μορφές των επαγγελματιών της οδού Παπαμάρκου, που γερνούν μαζί με το άμεσο περιβάλλον τους, αλλά και αυτών που εξαφανίζονται πίσω από τα κλεισμένα μαγαζιά τους, καταθέτουν τη μαρτυρία τους για τις εποχές και τους χρόνους, θρέφουν την κρυμμένη μνήμη της πόλης και μεταγγίζουν στον 21ο αιώνα τη μακραίωνη αστική παράδοση των μικροεπαγγελμάτων, την αρχαία εικόνα της «κοιλιάς της πόλης», καθημερινής αρένας των βιοπαλαιστών και των λαϊκών στρωμάτων».
Ετικέτες ΑΡΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΜΙΕΤ, ΠΑΠΑΜΑΡΚΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΜΙΕΤ
Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)