Εαυτούς και Αλλήλους. Από τη συλλογή του Διονύση Φωτόπουλου
Αναρτήθηκε από Βιβλιοπωλείο ΜΙΕΤ - Αμερικής 13 στις 5:48 π.μ.Διονύσης Καψάλης, Κ.Π. Παΐσιος, Διονύσης Φωτόπουλος
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2017, 375σελ.
ISBN: 978-960-250-700-1
Τιμή: 50,00€
Τιμή ΜΙΕΤ:40,00€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Μεγάρου Εϋνάρδου (12 Δεκεμβρίου 2017 - 3 Μαρτίου 2018).
Στον παρόντα τόμο συγκεντρώνονται τα περισσότερα από τα περίπου 400 εκθέματα (λάδια, σχέδια, γλυπτά, χειρόγραφα και φωτογραφίες). Τα ζωγραφικά και γλυπτά έργα είναι, κατά κύριο λόγο, προσωπογραφίες τις οποίες φιλοτέχνησαν σημαντικοί Έλληνες καλλιτέχνες του 20ού αιώνα (Θ. Απάρτης, Δ. Διαμαντόπουλος, Φ. Κόντογλου, Γ. Μπουζιάνης, Γ. Παππάς, Γ. Μόραλης, Γ. Τσαρούχης, L. de Nobili, Ν. Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γ. Λάππας, Τ. Μαντζαβίνος, Γ. Μαυροείδης, Μ. Μπιτσάκης, Χ. Μπότσογλου, Δ. Μυταράς, Θ. Παπαγιάννης, Ε. Σακαγιάν, Ν. Στεφάνου, Β. Φωτόπουλος, Γ. Ψυχοπαίδης). Συνολικά πρόκειται, όπως γράφει ο Ν. Π. Παΐσιος στον επίλογό του, για μια «κρυπτική αυτοβιογραφία», καθώς εδώ διασώζονται πρόσωπα και επιρροές που συνάντησε ο Φωτόπουλος στη μακρά και γόνιμη πορεία του. Επιπλέον, «ο Φωτόπουλος εισάγει, προς συζήτηση και αναστοχασμό, στη νεοελληνική ιστοριογραφία της τέχνης την εικόνα του καλλιτέχνη ως αυτόνομο θέμα», καθώς «η μεγάλη πλειονότητα των έργων στο Εαυτούς και Αλλήλους αφορά προσωπογραφίες και αυτοπροσωπογραφίες ζωγράφων ή γλυπτών (οι συγγραφείς και οι λόγιοι αποτελούν μια μικρή, αλλά ευνοημένη από τον Φωτόπουλο, μειοψηφία)».
Η επιλογή των προσώπων κάθε άλλο παρά τυχαία είναι, όπως προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο ο ίδιος ο Διονύσης Φωτόπουλος συστήνει τα έργα: «Είναι οι φίλοι, είναι εκείνες οι φυσιογνωμίες των ανθρώπων που συνάντησες ή ονειρευόσουν να συναντήσεις, τα βλέμματά τους που έλεγαν πολλά, είναι οι ιδέες που αναστατώνουν το μυαλό και που σπρώχνουν στην αναζήτηση καινούριας οπτικής στη ζωή και στην τέχνη, είναι η διαφώτιση, οι αγώνες για έναν καλύτερο κόσμο, για μια καλύτερη πατρίδα, για ελευθερία, για πιο τρελά όνειρα. Είναι οι δάσκαλοι μέσα κι έξω απ’ τη Σχολή, οι τυχαίες συναντήσεις με ελεύθερα μυαλά, είναι οι διαφωνίες με τους συμμαθητές, είναι η χαρά του ανοίγματος της σκέψης, το όνειρο του έρωτα, η συμπόρευση της φιλίας, η ποίηση και η μουσική. Ήμουνα τυχερός γιατί τα είχα όλα αυτά, έκανα ό,τι μπορούσα, ο καθένας άξιος της μοίρας του».
Κείμενα: Ν. Π. Παΐσιος, Νίκος Νικολάου, Αλέξανδρος Γ. Ξύδης, Ηλίας Ζιώγας
Έκδοση: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 2017
Σελίδες: 476
ISBN:978-960-250-685-1
Τιμή στο βιβλιοπωλείο μας: 41,25€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης στον εκθεσιακό χώρο του Μεγάρου Εϋνάρδου (29 Μαρτίου – 13 Μαΐου 2017). Όπως αναφέρει στο εισαγωγικό του κείμενο ο Ν. Π. Παΐσιος: «Μετά το θάνατο του Νίκου Νικολάου, η τρίτη του σύζυγος Αγγέλα, το γένος Ζουμπουλάκη, συνέλεξε στοργικά όσα έργα υπήρχαν στο περίφημο σπίτι του ζωγράφου στην Αίγινα (με σκοπό όχι μόνο να τα περισώσει, αλλά και να βοηθήσει την περαιτέρω διάδοσή τους), και ανέθεσε στην Όλγα Μεντζαφού την αρχική τους ταξινόμηση. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των έργων αποτελεί ένα corpus 5.000(!) περίπου σχεδίων, όπου ο μελετητής μπορεί, από τα πρώτα σχεδιαστικά ψελλίσματα μέχρι τον ώριμο αρθρωμένο λόγο, να ανασυνθέσει όλη την πορεία του Νικολάου». Η έκδοση περιλαμβάνει τις ενότητες «Νεανική περίοδος», «Μορφές», «Τόποι και τοπία», «Θέατρο», «Διαφημιστικά», «Μελέτες για το Ημερολόγιο 1957 της ΑΓΕΤ», «Η Γυναίκα της Ζάκυθος» και «Πάντειος και άλλες τοιχογραφίες». Με τον τρόπο αυτό καλύπτεται στο σύνολό της η πολυσχιδής καλλιτεχνική δραστηριότητα του Νικολάου.
Τα σχέδια έχουν γίνει με ποικίλες τεχνικές, όπως μελάνι, κάρβουνο, μολύβι, ακουαρέλα, τέμπερα, λάδι, γκουάς, κυρίως σε χαρτί ή χαρτόνι, αλλά και σε καμβά ή μουσαμά. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης έγραφε: «Η γραμμή μου είναι βγαλμένη από τη φύση, αλλά την αισθάνομαι ότι είναι σαν ένα έλασμα ευθύ, που το λυγάς όσο μπορεί να λυγίσει για να σου δώσει την καμπυλότητα που θέλεις. Όταν όμως το αφήσεις αυτό πάλι ελεύθερο, στην πρώτη του κατάσταση, θα γίνει πάλι ίσιο. Το σχέδιο είναι λοιπόν ίσιες γραμμές που τις λυγάς όσο μπορούν να λυγίσουν αυτές χωρίς να χαθεί η καταγωγή τους».
Στο επίμετρο περιλαμβάνονται κείμενα του καλλιτέχνη, του Αλέξανδρου Γ. Ξύδη και του Ηλία Ζιώγα. Η έκδοση συμπληρώνεται από χρονολόγιο, τεκμηρίωση των έργων και βιβλιογραφία.
Ο ΝΙΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ γεννήθηκε το 1909 στην Ύδρα. Σε ηλικία 7 ετών έχασε τον πατέρα του. Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου μετακόμισε στην Αθήνα με τη μητέρα του, η οποία για να βιοποριστεί άνοιξε παλαιοπωλείο στην Πλάκα. Το 1929 πέρασε τις εισαγωγικές εξετάσεις για την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, από την οποία αποφοίτησε το 1935. Χάρη σε μια υποτροφία που μοιράστηκε με τον Γιάννη Μόραλη, έφυγε το 1937 αρχικά για τη Ρώμη και κατόπιν για το Παρίσι. Ωστόσο τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στην Ελλάδα. Το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου δεν του επέτρεψε να ξαναφύγει στο εξωτερικό. Ήδη όμως από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια το έργο του είχε αναδειχθεί και κέρδιζε ολοένα περισσότερο έδαφος στο καλλιτεχνικό στερέωμα της εποχής. Μέσα στις επόμενες δεκαετίες ο Νικολάου έκανε δέκα ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε σε δεκάδες ομαδικές. Μεταξύ άλλων φιλοτέχνησε τοιχογραφίες για την Πάντειο Σχολή, για τη «Λέσχη Δομήνικος Θεοτοκόπουλος» στο Ηράκλειο Κρήτης, για το Θέατρο Μουσούρη και για περίπτερα του ΕΟΤ στις Μυκήνες και τη Σπάρτη. Ανέλαβε επίσης την αγιογράφηση του νέου κλίτους του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής στην οδό Ακαδημίας. Έκανε σκηνογραφίες για το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, το Ελληνικό Χορόδραμα της Ραλλούς Μάνου, το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, επιμελήθηκε επιτοίχια ημερολόγια και διαφημιστικές εκστρατείες για την Καπνοβιομηχανία Κεράνης, καταπιάστηκε με τις εφαρμοσμένες τέχνες (κεραμικά, ταπισερί, εξώφυλλα δίσκων) και εικονογράφησε βιβλία. Το 1958 ίδρυσε τον Όμιλο Φιλοτέχνων και Καλλιτεχνών, στο πλαίσιο του οποίου λειτουργούσε η αίθουσα τέχνης «Αρμός», στην οδό Ηρακλείτου 21. Το 1964 εξελέγη καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου δίδαξε μέχρι το 1974. Ο Νίκος Νικολάου πέθανε το 1986 στην Αθήνα. Ο τάφος του βρίσκεται στην Αίγινα, όπου πέρασε μεγάλο μέρος από τις δύο τελευταίες δεκαετίες της ζωής του.
Τίτλος: Γιάννης Μόραλης Σχέδια 1934-1994
Κείμενο: Πέγκυ Ζουμπουλάκη, Διονύσης Καψάλης, Ν.Π. Παϊσιος
Σχεδιασμός -Επιμέλεια: Διονύσης καψάλης
Έκδοση: Αθήνα, ΜΙΕΤ, 2008
Σελίδες: 309 με 218 έγχρωμες και α/μ φωτογραφίες
ISBN: 978-960-250-406-2
Τιμή: 75,00 €
Έκπτωση: 10%
Τελική τιμή: 67,50€
Η έκδοση αυτή πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της ομώνυμης έκθεσης που διοργάνωσε το Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης σε συνεργασία με την γκαλερί Ζουμπουλάκη και έγινε στον εκθεσιακό χώρο του Μεγάρου Εϋνάρδου (16 Δεκεμβρίου 2008 έως 15 Φεβρουαρίου 2009).Στην έκθεση αυτή παρουσιάζεται αυτόνομα μια σειρά από 225 σχέδια του Γιάννη Μόραλη, που φιλοτεχνήθηκαν στο διάστημα 1934-1994.Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Ν.Π. Παΐσιος στο εισαγωγικό του σημείωμα: «Το ύφος των σχεδίων ακολουθεί ή προαγγέλλει, σε γενικές γραμμές που επιτρέπουν πάμπολλες εξαιρέσεις, τις περιόδους της ζωγραφικής του. Σε ό,τι αφορά όμως τη λειτουργία τους, μπορούμε να χωρίσουμε τα σχέδια σε δύο μόνο περιόδους με ορόσημο τη δεκαετία του 1970. Πριν από το ορόσημο αυτό, το σχέδιο απολαμβάνει σχετική αυτονομία σε σχέση με τη ζωγραφική· μετά, χάνει την ελευθερία αυτή αλλά κερδίζει την πειθαρχία της βασιλικής οδού που οδηγεί στη ζωγραφική. Επιβεβαιώνεται ακόμα η εντύπωση ότι ο Μόραλης είναι ο Έλληνας ζωγράφος με τα περισσότερα προσχέδια / μελέτες πριν καταλήξει στο τελικό έργο.
Τέλος, γίνεται ξεκάθαρη η σημασία της τεράστιας οπτικής μνήμης του Μόραλη. Από τη δημιουργία ενός αρχικού θέματος πάνω στο χαρτί μέχρι την πλήρη οργάνωσή του πάνω στο μουσαμά, μπορεί να μεσολαβήσουν μήνες, χρόνια ή και δεκαετίες. Μοιάζουν δηλαδή τα σχέδιά του με σπόρους μουσικών μοτίβων που χρειάζονται καιρό μέσα του για να βλαστήσουν, να οργανωθούν και να αναπτυχθούν σε τραγούδι ή σε ολόκληρη συμφωνία. Πολλές φορές μάλιστα τα μοτίβα αυτά επαναλαμβάνονται από έργο σε έργο ή από δεκαετία σε δεκαετία. Η οπτική μνήμη του Μόραλη αποκτά μεγαλύτερη σημασία αν αναλογιστούμε ότι, σύμφωνα με την ομολογία του ίδιου του ζωγράφου, δεν έχει μπροστά του, προ οφθαλμών, τα σχέδια ή τις σπουδές του όταν ζωγραφίζει, δεν του χρειάζονται άμεσα, γιατί μέσα του υπάρχει το απόσταγμα του γητεύματός τους. Στο Dictionnaire des idées reçues της ιστορίας της τέχνης ο Πικάσσο έχει καταγραφεί (λανθασμένα) ως εξαιρετικός σχεδιαστής που υστερεί στο χρώμα, ενώ ο Ματίς (πάλι λανθασμένα) έχει καταγραφεί ως ζωγράφος εξαιρετικός στα χρώματά του, που υστερεί όμως στο σχέδιο. Ευτυχώς, στο ανάλογο λεξικό της μικρής ιστορίας της νεοελληνικής τέχνης, ο Μόραλης δεν μπορεί να κλειστεί σε τέτοια (λανθασμένα) καλούπια: ισορροπεί με ακρίβεια και χάρη δεινού χορευτή πάνω στο τεντωμένο σχοινί που (νομίζουμε ότι) χωρίζει το σχέδιο από το χρώμα.
Στο κλασικό ερώτημα: «Το σχέδιον ή το Χρώμα;» του Εγγονόπουλου, ο Μόραλης απαντά χωρίς δισταγμό: και το σχέδιο και το χρώμα, ή τόσο το σχέδιο όσο και το χρώμα.»
Ετικέτες ΑΜΕΡΙΚΗΣ, ΒΙΒΛΙΑ, ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΟΡΑΛΗΣ, ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ, ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ, ΚΑΨΑΛΗΣ, ΜΙΕΤ, Ν.Π. ΠΑΙΣΙΟΣ, ΣΧΕΔΙΑ
Παλαιότερες αναρτήσεις Αρχική σελίδα